- υπανάπτυκτο
- az gelişmiş
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
εκπολιτίζω — 1. μεταδίδω τον πολιτισμό σε βάρβαρο, υπανάπτυκτο λαό ή περιοχή 2. προάγω την ανάπτυξη τού πολιτισμού σε κάποιο λαό ή χώρα … Dictionary of Greek